Τά παιχνίδια ἐξουσίας εἶναι ὁ ἑωσφορικός τρόπος ζωῆς.
π. Γεράσιμος Βουρνᾶς, Πρεσβύτερος
Ὅλοι θέλουν νά ἐξουσιάσουν στίς μέρες μας. Ὄχι μόνο οἱ πλανητάρχες, ὄχι μόνο οἱ πολιτικοί αὐτοῦ τοῦ κόσμου, ὄχι μόνο οἱ θρησκευτικοί ἡγέτες, ἀλλά καί κάθε ἄνθρωπος κοιτάζει πῶς θά ἐπιβληθεῖ σέ ὅσους περισσότερους συνανθρώπους του μπορεῖ. Τό φαινόμενο εἶναι κοινό στήν καθημερινή ζωή τῶν περισσότερων ἀνθρώπων.
Δυστυχῶς, ἐξαίρεση δέν ἀποτελοῦν οὔτε τά διάφορα λεγόμενα πνευματικά περιβάλλοντα. Ξεκινώντας ἀπό τίς οἰκογένειες, ὅπου ὁ σύζυγος προσπαθεῖ νά ἐπιβληθεῖ στήν σύζυγό του (καί τό ἀντίστροφο) καί ἔπειτα οἱ γονεῖς προσπαθοῦν νά χειριστοῦν τά παιδιά, προχωρώντας στά ἐργασιακά περιβάλλοντα, ὅπου οἱ προϊστάμενοι ἐφευρίσκουν τρόπους νά ἐκφοβίζουν καί νά καταπατοῦν τά δικαιώματα τῶν ἐργαζομένων καί καταλήγοντας στίς κυβερνήσεις, πού νομοθετοῦν ἐν ἀγνοίᾳ τῶν πολιτῶν καί πάντοτε εἰς βάρος τους.
Ὅλος ὁ πλανήτης ἔχει μετατραπεῖ σέ ἕνα ἀπέραντο πεδίο μάχης, προσωπικό καί γενικό, ὄχι μόνο μέ ὅπλα, ἀλλά καί ἀσκώντας ψυχολογική βία μέ λόγια, μέ ὑπονοούμενα, μέ συκοφαντίες, μέ ψέματα, μέ πλάγιους τρόπους, σέ μιά προσπάθεια ὁ ἕνας νά μειώσει τόν ἄλλο, νά τόν κάνει νά νιώσει ἐνοχές καί πάει λέγοντας. Ὅλα αὐτά εἶναι παιχνίδια ἐξουσίας, εἶναι προσπάθειες νά ὑποτάξει ὁ ἕνας τόν ἄλλο, εἶναι ὁ ἑωσφορικός τρόπος ζωῆς πού θέλει ὅλα νά τά ὑποβιβάζει.
Ποῦ σταματᾶ, ὅμως, ὅλο αὐτό; Ἡ ἱστορία ἔχει δείξει πώς ἡ ἑωσφορική μανία γιά ἐξουσία, δέν τελειώνει ποτέ. Καί δέν σκέφτονται οἱ ἐξουσιαστές αὐτοῦ τοῦ κόσμου τί θά μείνει στό τέλος γιά νά ἐξουσιάζουν ἄν τά διαλύσουν ὅλα; Ὅταν οἱ ΗΠΑ ἤ τό Ἰσραήλ ἤ ὅποιος ἄλλος, καταστρέψουν τά πάντα, τί θά μείνει στό τέλος; Πόσοι ἀκόμα πρέπει νά πεινάσουν γιά νά χορτάσουν οἱ ἰσχυροί;
Ἀλλά καί στήν Ἐκκλησία, μέ τούς ἀνόητους ἀνταγωνισμούς γιά τίς δικαιοδοσίες, γιά τόν πρῶτο καί γιά τόν δεύτερο, μέ τήν ἀφιλαδελφεία καί τήν διχόνοια, τί θά ἀπομείνει στό τέλος; Ὅποιος κι ἄν καταφέρει τελικά νά ἐπιβληθεῖ ὡς πρῶτος, τί θά κερδίσει, ὅταν θά τό ἔχει ἐπιτύχει πατῶντας ἐπί πτωμάτων; Ὅταν ἔχει διχάσει, ἔχει προκαλέσει σχίσματα καί, κυρίως, ἔχει φιμώσει ἤ ἀπαξιώσει ὁποιαδήποτε φωνή τολμᾶ νά θέτει ἐρωτήματα καί νά ἀνησυχεῖ; Ὅποιος θέλει νά εἶναι πρῶτος θά πρέπει νά εἶναι πάντων διάκονος μᾶς εἶπε ὁ Χριστός, δηλαδή θά πρέπει νά εἶναι Ἅγιος. Οἱ ἄνθρωποι, μόνο τούς Ἁγίους σέβονται, μόνο στούς Ἁγίους κάνουν πίσω, μόνο γιά χάρη τῶν Ἁγίων ἀλλάζουν ζωή. Ὅλοι οἱ ὑπόλοιποι εἴμαστε «κύμβαλα ἀλαλλάζοντα».
Αὐτό αἰσθανόμαστε ὅτι εἴδαμε μέσα στήν Ἐκκλησία, διά τοῦ Δασκάλου μας, π. Βασιλείου Βολουδάκη. Μᾶς ἔχει πεῖ πολλές φορές σχετικά μέ τά ζευγάρια ὅτι τί θά κερδίσει ὁ ἕνας ἄν δικαιωθεῖ εἰς βάρος τοῦ ἄλλου καί χάσει τόν ἄλλο; Ἀντίθετα, ὅταν θέλω νά εἶμαι μέ τόν ἄνθρωπο μου, πού τόν ἐπέλεξα καί μᾶς ἕνωσε τό Ἱερό Μυστήριο τοῦ Γάμου, τότε ὅλες οἱ διαφορές λύνονται μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ. Αὐτό δέν περιμένει ὁ Θεός μας νά δεῖ; Τήν διάθεση μας γιά σχέση; Νά εἴμαστε συνηγμένοι, ἔστω δύο ἤ τρεῖς, στό ὄνομα Του, ὥστε νά ἔλθει καί Ἐκεῖνος; Ἀλλά ἐμεῖς ἀντί νά εἴμαστε συνηγμένοι ἀνταγωνιζόμαστε ὁ ἕνας τόν ἄλλο καί τόν ὑποτιμοῦμε. Ἀκόμη καί στήν πιό στενή σχέση πού μπορεῖ νά ὑπάρξει μεταξύ δύο ἀνθρώπων ὅπως αὐτή τοῦ Γάμου. Ἰδίως σέ αὐτήν.
Καί ἀκόμη, ἰσχυριζόμαστε ὅτι ἡ Ἐκκλησία εἶναι «τό Σῶμα τοῦ ζῶντος Χριστοῦ» καί πολύ σωστά. Ὅμως, ἔχουμε συνειδητοποιήσει ὅτι χωρίς κάποιο ἀπό τά μέλη του τό σῶμα εἶναι ἀνάπηρο; Ἔχουμε συνειδητοποιήσει ὅτι ἡ Ἐκκλησία μας, ὄχι μόνο σέ ἐπίπεδο διοίκησης, ἀλλά καί σέ ἐπίπεδο ἐνοριῶν καί κάθε Χριστιανοῦ ξεχωριστά, εἶναι κομμένη σέ ἀμέτρητα κομμάτια κι ἔχουμε Ὀρθοδοξίες, σχεδόν τόσες ὅσοι καί οἱ ἄνθρωποι;
Μᾶς πονᾶ αὐτός ὁ χωρισμός; Μᾶς ἐνδιαφέρει ἡ λύση του; Θέλουμε νά βροῦμε τήν ἄκρη μέ γνώμονα τήν Ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ; Ἡ ἀπάντηση εἶναι δυστυχῶς ὄχι! «Κανείς δέν ἀκούει κανέναν» καί κυρίως κανείς δέν ἀκούει αὐτούς πού ἔχουν κάτι νά ποῦν, ἐκείνους τούς λίγους πού τούς πονᾶ ἡ ἄθλια κατάστασή μας. Καί ὄχι μόνο δέν τούς ἀκοῦμε, ἀλλά καί τούς καταδιώκουμε, γιατί δέν θέλουμε κανένα νά μᾶς θυμίζει τό πρόβλημά μας! Καί γι' αὐτό βουλιάζουμε ἀμέριμνοι…
Ἀντί νά μᾶς προβληματίζει μόνο τό τί θά ἀνταποδώσουμε στόν Κύριο «περὶ πάντων ὧν ἀνταπέδωκεν ἡμῖν» ἐμεῖς ὀνειρευόμαστε καθέδρες, νά καθίσουμε πάνω τους καί νά μᾶς θαυμάζουν ὅλοι, ἐνῷ εἴμαστε ἄξιοι μόνο δακρύων.
Ἄς εὐχηθοῦμε στήν Παναγία μας, τῆς Ὁποίας τήν Μετάσταση θά ἑορτάσουμε, νά Μᾶς δώσει μετάνοια καί νά μᾶς βοηθήσει νά συμφιλιωθοῦμε μέ τόν ἑαυτό μας καί μέ τόν Θεό μας, προτοῦ νά εἶναι πολύ ἀργά.
4/8/2025
Ορθόδοξος Τύπος